Πρασιές

Πρασιές
I
Τοπωνύμιο αρχαίων οικισμών.
1. Δήμος της Αττικής, κοντά στον όρμο του Πόρτο Ράφτη, όπου υπήρχε ιερό του Απόλλωνα και τάφος του Ερισίχθονα, που πέθανε εκεί.
2. Μικρή πόλη της Λακωνικής.
3. Πόλη της Κρήτης, γνωστή από επιγραφή που αφορά τη συνθήκη για την αλιεία του κοχυλιού της πορφύρας στις ακτές της ανατολικής πλευράς της Κρήτης, και την εμπορία του.
II
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ.) του νομού Ρεθύμνης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (8 τ. χλμ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Rethimno — Gemeinde Rethymno Δήμος Ρεθύμνου DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Rethimnon — Gemeinde Rethymno Δήμος Ρεθύμνου DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Rethymno — Gemeinde Rethymno Δήμος Ρεθύμνου …   Deutsch Wikipedia

  • Rethymnon — Gemeinde Rethymno Δήμος Ρεθύμνου DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Réthymnon — Gemeinde Rethymno Δήμος Ρεθύμνου DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Prasiai — oder Prasia (altgriechisch Πρασιαί von πρασιά = Gemüsebeet; neugriechisch Πρασιές; lat. Prasiae) ist der Name von zwei antiken Orten in Griechenland. ein Ort in Attika, siehe Prasiai (Attika) ein Ort in Lakonien, siehe Prasiai… …   Deutsch Wikipedia

  • άρδευση — Η τεχνητή προσαγωγή νερού στις καλλιέργειες, απαραίτητη για την ανάπτυξη των φυτών, ώστε να συμπληρωθεί το έλλειμμα που προέρχεται από την ανεπάρκεια των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων. Για την ά. χρησιμοποιούνται νερά που προέρχονται από πηγές,… …   Dictionary of Greek

  • ακαμάτης — Ένα από τα πέντε μικρά νησιά που βρίσκονται μπροστά στο λιμάνι του Γαυρίου, της Άνδρου. Με το όνομα αυτό είναι γνωστό και ένα από τα τρία ακρωτήρια, στα οποία τελειώνει προς Α η ακτή του νότιου τμήματος της Άνδρου. Τα άλλα δύο λέγονται Άγιος… …   Dictionary of Greek

  • ανθοστοιχία — η σειρά, μπορντούρα ανθοφόρων φυτών ή θάμνων που περιβάλλει τις πρασιές των κήπων, παρτέρι, αλτάνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”